- σουρμελής
- Επώνυμο ατόμων από τις Σαράντα Εκκλησίες της Θράκης, που ζούσαν σε διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου.
1. Γεώργιος. Αγωνιστής του 1821. Πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις του Αγώνα στην ξηρά και στη θάλασσα, όπου διακρίθηκε για τη μαχητικότητά του. Πέθανε το 1855.
2. Διονύσιος. Αθηναίος αγωνιστής της Επανάστασης και απομνημονευματογράφος. Δεν είναι γνωστές λεπτομέρειες για τη ζωή του. Πρωτοεμφανίζεται το 1823 ως γραμματικός της δημογεροντίας των Αθηνών. Αναμείχθηκε ζωηρά στα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα της εποχής. Το 1857 μαρτυρείται για τελευταία φορά ως ιδιοκτήτης ενός ιδιωτικού σχολείου στην Αθήνα. Τα έργα του Ιστορία των Αθηνών κατά τον υπέρ ελευθερίας αγώνα (1834) και Kατάστασις συνοπτική της πόλεως Αθηνών από της πτώσεως αυτής υπό των Ρωμαίων μέχρι τέλους της Τουρκοκρατίας (1842) βασίζονται κατά μεγάλο μέρος στις προσωπικές του αναμνήσεις. Είναι ενδιαφέροντα, αλλά επικρίθηκαν ως εξαιρετικά μεροληπτικά (ιδίως σε βάρος του Οδυσσέα Ανδρούτσου και του Φαβιέρου). Δημοσίευσε επίσης ο Γ. Σ. τα Αττικά ή περί δήμων Αττικής (1854).
3. Νικόλαος. Πλοίαρχος (1833-1896). Πολέμησε στην Κρητική επανάσταση του 1866-1869 ως πλοίαρχος του τροχοφόρου ατμόπλοιου Ένωσις, με το οποίο κατόρθωσε να διασπάσει τον αποκλεισμό του νησιού από τον τουρκικό στόλο 25 φορές. Ο Ν.Σ. αποβίβασε στην Κρήτη χιλιάδες αγωνιστές και πολεμοφόδια. Στην κρητική επανάσταση του 1878 έκανε 17 ακόμα πλόες, κυβερνώντας το μικρό καταδρομικό Πανελλήνιον.
* * *ο, θηλ. σουρμελίδισσα, Ν1. αυτός που έχει βάψει τα μάτια του με σουρμέ2. συνεκδ. αυτός που έχει ωραία μάτια.[ΕΤΥΜΟΛ. < σουρμέ «χρωστική ουσία» + κατάλ. -λής (πρβλ. μερακ-λής)].
Dictionary of Greek. 2013.